- τριωρόφου
- τριώροφοςof three storiesmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Μουσείο Ασιατικής Τέχνης (Κερκύρας) — Η μοναδική στην Ελλάδα και μία από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη συλλογές έργων τέχνης της Ασίας, η οποία αποτελείται από έντεκα χιλιάδες περίπου αντικείμενα, εκτίθεται και πάλι ύστερα από πολλά χρόνια. Το ανάκτορο των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου,… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Ιστορικό και Εθνολογικό Μάνης — Το Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο της Μάνης στεγάζεται από το 1993 στον πύργο του στρατηγού του απελευθερωτικού αγώνα Τζανετάκη Γρηγοράκη, ο οποίος χτίστηκε το 1829 και πρόσφατα αναπαλαιώθηκε. Ο όμορφος αυτός πύργος δεσπόζει στη νησίδα Κρανάη ή… … Dictionary of Greek